υποσσείω

υποσσείω
Α
(επικ. τ.) βλ. υποσείω.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • υποσείω — ὑποσείω ΝΑ, και επικ. τ. ὑποσσείω Α [σείω] 1. σείω από κάτω 2. σείω, κουνώ κάτι ελαφρά αρχ. 1. κοσκινίζω («ὑποσείσας τὸ λεπτότατον ἄλευρον», Γαλ.) 2. προτείνω ή ρίχνω κάτι σε κάποιον …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”